Εμφανιζόμενη ανάρτηση

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2017

Χουλιγκανισμός στα γήπεδα


Χουλιγκανισμός στα γήπεδα

Ως χουλιγκανισμός αναφέρεται η ανάρμοστη και βίαιη συμπεριφορά οπαδών αθλητικών ομάδων που οδηγεί στη διατάραξη της τάξης. Εκφάνσεις χουλιγκανισμού συνήθως θεωρούνται πράξεις όπως η υβριστική συμπεριφορά σε γήπεδα κατά τη διάρκεια αγώνων πολλές φορές με ρατσιστική διάθεση, η επιθετική συμπεριφορά σε αυτούς τους χώρους, οι εισβολές οπαδών στον αγωνιστικό χώρο πολλές φορές με βίαιες διαθέσεις, οι ομαδικές συγκρούσεις οπαδών εντός και εκτός γηπέδων καθώς και δολοφονίες που γίνονται μεταξύ οπαδών που τάσσονται υπέρ διαφορετικών ομάδων.
Ο όρος χρησιμοποιείται πολύ συχνά για να περιγράψει την συμπεριφορά των οπαδών σε αγώνες ποδοσφαίρου. Με αυτόν τον τρόπο δηλώνονται βανδαλισμοί και ομαδικές συγκρούσεις που λαμβάνουν χώρα πριν, κατά τη διάρκεια, ή μετά από έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, αλλά δεν είναι λίγες οι φορές που προκαθορισμένες συγκρούσεις μεταξύ οπαδών γίνονται ανεξάρτητα από τους αγώνες ή με αφορμές αγώνες άλλων αθλημάτων. Ο χουλιγκανισμός ονομάστηκε έτσι από τον όρο «hooliganism» που χρησιμοποιείται από τη δεκαετία του 1890 για να χαρακτηρίσει τη συμπεριφορά συμμοριών των δρόμων. Η χρήση του όρου εμφανίζεται σε μια αναφορά της αστυνομίας του Λονδίνου το 1898, αλλά ενδεχομένως δεν είναι η πρώτη. Μία επικρατής θεωρία αναφέρει πως ο όρος πάρθηκε από το όνομα του Πάτρικ Χούλιχαν ο οποίος ήταν Ιρλανδός βάνδαλος που έμενε στο Λονδίνο. Μια άλλη θεωρία αναφέρει πως ο όρος προέρχεται από τον απολίτιστο τρόπο ζωής μιας Ιρλανδικής αγροτικής οικογένειας. Άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι ο όρος πάρθηκε από μία συμμορία του δρόμου στο Ίσλινγτον του Λονδίνου που είχε το όνομα «Χούλ»". Τέλος, υπάρχει και μια θεωρία που υποστηρίζει ότι ο όρος βασίζεται στην Ιρλανδική λέξη «houlie» που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει ένα έκλυτο πάρτι..

Κρούσματα χουλιγκανισμού
Στην Αγγλία και αφού οι πρώτοι κανόνες του σύγχρονου ποδοσφαίρου είχαν εδραιωθεί, σημειώθηκαν μεγάλες αναταραχές μετά τον αγώνα της Πρέστον Νορθ Εντ με την Άστον Βίλα. Οι δύο ομάδες λιθοβολήθηκαν και χτυπήθηκαν άσχημα με ξύλα και αναφέρεται ότι ένας παίκτης της Πρέστον έμεινε αναίσθητος. Τον επόμενο χρόνο καταγράφηκαν συμπλοκές μεταξύ οπαδών της Πρέστον με οπαδούς της Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς, καθώς το 1905 κάποιοι υποστηρικτές της Πρέστον δικάστηκαν για χουλιγκανισμό μετά τον αγώνα της ομάδας με την Μπλάκμπερν. Μεταξύ τους ήταν και μια «μεθυσμένη και εκτός τάξης» 70χρονη γυναίκα. Το 1950 εμφανίστηκε η μόδα των Μοντς και αυτή των Ρόκερς που, όπως αναφέρεται, ομάδες κάθε παράταξης είχαν συγκρούσεις μεταξύ τους, με αφορμή διαφορές στην ιδεολογία και στον τρόπο εμφάνισης. Τέτοιου είδους αντιθέσεις όξυναν το κλίμα μεταξύ των οπαδών αντιπάλων ομάδων και εμφανίστηκε ένα νέο κύμα χουλιγκανισμού. Το 1956, οπαδοί της Λίβερπουλ. και της Έβερτον, επίσης από την πόλη του Λίβερπουλ, έλαβαν μέρος σε διάφορα περιστατικά καταστροφής τρένων. Από το 1965 αναφέρονται κάθε χρόνο κατά μέσο όρο περίπου 25 περιστατικά χουλιγκανισμού στην Αγγλία.

Το 1964 στο Περού σκοτώθηκαν περισσότεροι από 300 και τραυματίστηκαν 500 σε έναν αγώνα προκριματικό για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο, μεταξύ Περού και Αργεντινής.





Στη δεκαετία του 1970 καταγράφονται φαινόμενα χουλιγκανισμού και στην υπόλοιπη Ευρώπη πέραν της Αγγλίας. Το φαινόμενο οξύνεται από τις οργανώσεις των ούλτρας που εμφανίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και πολλές φορές σχετίζονται με νεοναζιστική ιδεολογία. Σκοπός των οργανώσεων αυτών πέρα από την υποστήριξη των ομάδων είναι οι συγκρούσεις με οπαδούς αντίπαλων ομάδων. Στην Ολλανδία, το 1974, ξέσπασαν συγκρούσεις μεταξύ οπαδών της Φέγιενορντ και της Τότεναμ στον τελικό του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ. Από εκείνη την περίοδο και μετά ολοένα και περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες εμφανίζουν έντονα φαινόμενα χουλιγκανισμού. Μεταξύ τους η Ισπανία, η Τουρκία, η Νορβηγία, η Πολωνία, η Κροατία, η Ρωσία και η Ελλάδα.

Πώς «γίνεται» ένα άτομο χούλιγκαν;
Είναι αδύνατον να ισχυριζόμαστε ότι όλοι οι «χούλιγκαν του ποδοσφαίρου» είναι μιας συγκεκριμένης ηλικίας ή κατηγορίας ή διαθέτουν μια συγκεκριμένη «ψυχοσύνθεση». Επίσης, ο χουλιγκανισμός δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο και επομένως δεν διαθέτει μια μεμονωμένη αιτία. Από την άποψη της οργανωμένης βίας μεταξύ «συμμοριών χούλιγκαν», μια αίσθηση της κοινότητας, ο φυλετισμός και η καθαρή απόλαυση να ασχολούνται με τη διαταραχή στο ποδόσφαιρο είναι προφανώς αποδεικτικά στοιχεία.
Ο ποδοσφαιρικός χουλιγκανισμός ήταν ένα από τα πρώτα ζητήματα που προσέλκυσαν στη μελέτη του ποδοσφαίρου ακαδημαϊκούς, κοινωνιολόγους, ιστορικούς και ψυχολόγους στην ανάπτυξη υποθέσεων επεξήγησης των αιτίων συνέχισης ύπαρξης του χουλιγκανισμού. Οι παράγοντες που ωθούν κάποιον στον χουλιγκανισμό είναι :

α.  Αγχώδης τρόπος ζωής, έλλειψη χώρου και χρόνου εκτόνωσης
H παραβατική συμπεριφορά των νέων είναι διαδεδομένη και θεωρείται από ειδικούς περίπου φυσιολογική, λόγω της φυσικής περιέργειας και του περιπετειώδους πνεύματος που χαρακτηρίζει τα νεαρά άτομα. Οι νεαροί χούλιγκαν, συνήθως δεν συγκροτούν κάποια αντικοινωνική ομάδα με διαφοροποιημένες κοινωνικές αξίες, παρόλο που κάποιοι θεωρούν ότι η βία στα γήπεδα είναι κατά κάποιο τρόπο προέκταση αντίστοιχων κοινωνικών φαινομένων. Σ΄ αυτό το τελευταίο συνηγορούν τα πολλά προβλήματα της εποχής, το κλίμα αβεβαιότητας και η ανασφάλεια που, επειδή πιέζουν ιδιαίτερα τους νέους, αντιδρούν και εκτονώνονται αρκετές φορές και με αυτόν τον τρόπο. Τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, η ανεργία, η έλλειψη παιδείας, ο αλκοολισμός και η χρήση ναρκωτικών, ο φανατισμός, η αντιδραστική συμπεριφορά των νέων και η ανάγκη για εκτόνωση λόγω της πιεστικής καθημερινότητας των αστικών κέντρων είναι οι πιο σοβαρές αιτίες του φαινομένου του χουλιγκανισμού. Οι νέοι προσπαθούν να εκφράσουν την οργή τους για διάφορα θέματα που τους απασχολούν μέσω αυτής της επιθετικής τους συμπεριφοράς. Άμεση συνέπεια του παραπάνω, είναι η μη ικανή στήριξη της νεανικής προσωπικότητας από την κοινωνία, με αποτέλεσμα οι νέοι να ταυτίζονται με την ομάδα τους «νομίζοντας» πως έτσι ικανοποιούν την τάση του ατόμου για συλλογική ζωή.

β.  Οικογένεια
Ο ρόλος της είναι σημαντικός, καθότι πρέπει να διαπαιδαγωγεί σωστά τα παιδιά της και να τα παρέχει εφόδια και ερεθίσματα έτσι, ώστε να μην οδηγηθούν αργότερα να γίνουν μέλη αυτών των «ομάδων».



γ.  ΜΜΕ – Πρότυπα
Αρνητικός είναι ο ρόλος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ), τα οποία με το να προβάλλουν βίαια πρότυπα οδηγούν τους νέους κατευθείαν σε τέτοιου είδους οργανώσεις. Οι νέοι μη έχοντας ανεπτυγμένη κριτική ικανότητα, δέχονται τις εικόνες χωρίς να τις αξιολογούν και νομίζουν πως αν εισχωρήσουν σε τέτοιες «ομάδες», θα μπορούν να κάνουν επίδειξη δύναμης σε πιο αδύναμους.
Οι νέοι βλέποντας από την τηλεόραση διάφορα αθλητικά γεγονότα στα οποία οι αθλητές δίνουν «το κακό παράδειγμα», υιοθετούν αυτές τις συμπεριφορές, διότι από τη μία δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν τέτοιες καταστάσεις και από την άλλη θεωρούν τους αθλητές ως τα ιδανικά πρότυπα. Τις επιθετικές συμπεριφορές πολλαπλασιάζει η δυναμική που έχουν οι οργανωμένες ομάδες και φυσικά η ανωνυμία που εξασφαλίζει το πλήθος. Έτσι, η ποινική καταστολή γίνεται ακόμη πιο δυσχερής και ο παραδοσιακός αποτρεπτικός της ρόλος περισσότερο ανεπιτυχής. Το γεγονός ότι η βία στα γήπεδα δεν μπορεί να είναι, ως γενικότερο κοινωνικό φαινόμενο, ανεξάρτητο από την γενικότερη παθογένεια της κοινωνίας, καθώς και την επένδυση ισχυρών οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων σ’ αυτό το χώρο, το επιβεβαιώνουν παράλληλες συμπεριφορές που εκδηλώνονται σχεδόν πανομοιότυπα, όταν για παράδειγμα μετά από μια ειρηνική διαδήλωση, ομάδα νεαρών ξεφεύγει από την πορεία και προβαίνει σε ανεξέλεγκτες καταστροφές.
Στην όξυνση του φαινομένου ιδιαίτερο ρόλο παίζει ο αθλητικός τύπος. Η λειτουργία του τελευταίου είναι ταυτισμένη με την εξυπηρέτηση στενών οικονομικών συμφερόντων. Η απόλυτη ταύτιση με την ομάδα, που μπορεί να την προβάλλουν σαν ιδέα για να είναι καλά κρυμμένη η επιχειρηματική δραστηριότητα των επιτηδείων του χώρου, γεννά φανατισμό. Για παράδειγμα, η θεοποίηση των ποδοσφαιριστών και η αποθέωσή τους με τους πηχυαίους τίτλους, προωθεί την κατασκευή φανατικών οπαδών έτοιμων για όλα.

δ.  Ανεργία
Ένας ακόμα σημαντικός παράγοντας, που αυξάνει τα ήδη μεγάλα ποσοστά βίας. Ο νέος, ο οποίος είναι άνεργος, ψάχνει να βρει έναν τρόπο να εκφράσει την οργή του προς την κοινωνία και καταφεύγει σε τέτοιου είδους δραστηριότητες. Έτσι λοιπόν ένα μικρό ποσοστό αυτών που δημιουργούν επεισόδια στα γήπεδα είναι απογοητευμένοι νέοι οι οποίοι εξωτερικεύουν το συναίσθημα της αντίδρασης με αυτόν τον τρόπο. Χωρίς εργασία ο νέος δεν εκτονώνει την ενεργητικότητά του, πράγμα που σημαίνει ότι συσσωρεύει όλη του την ενέργεια και την μετατρέπει σε βίαια συμπεριφορά εντός των γηπέδων.

ε.  Παιδεία – Εκπαίδευση
Το σχολείο δεν προσφέρει, όπως θα έπρεπε, αθλητική παιδεία η οποία θα είναι ικανή αργότερα να οδηγήσει τους νέους στο να γίνουν φίλαθλοι και όχι φανατικοί οπαδοί. Η εκπαίδευση προσλαμβάνοντας τεχνοκρατικό χαρακτήρα παραμέλησε τον αθλητισμό και το λεγόμενο ιδεώδες.

στ.  Χρήση οινοπνευματωδών
Η χρήση οινοπνευματωδών έχει χαρακτηριστεί ως παράγοντας – κλειδί για τον προσδιορισμό του κατά πόσον σχετίζεται με τον «χουλιγκανισμό». Στην πραγματικότητα η σχέση μεταξύ οινοπνεύματος και βίας, και διαταραχής γενικότερα, είναι πολυσύνθετη και δεν υπάρχει ακόμη καμία επιστημονική απόδειξη ότι η κατανάλωση οινοπνεύματος προκαλεί βία. Ωστόσο, υπάρχει μια πολύ ισχυρή αντιστοιχία μεταξύ κατανάλωσης οινοπνεύματος και κοινωνικών διαταραχών, καθώς η διαχείριση πρόσβασης στα οινοπνευματώδη μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στο αν θα προκύψει διαταραχή πλήθους.



Πολλά μέτρα ελέγχου οινοπνευματωδών έχουν επιβληθεί στους οπαδούς, αλλά στην Αγγλία και την Ουαλία είναι σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματικά στη μείωση της κατανάλωσης οινοπνεύματος από τους οπαδούς και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί ουσιαστικά να αυξηθεί ο κίνδυνος ταραχών και βίας σε αγώνες ποδοσφαίρου.
Οι Άγγλοι τρία πράγματα δεν θα πάψουν ποτέ να λατρεύουν: Το ποδόσφαιρο, το ποτό και τη Βασίλισσα. Τα πρώτα δύο τα εννοούν, και ο συνδυασμός τους έχει ιστορικά αποδειχτεί εκρηκτικός. Ο εγχώριος χουλιγκανισμός που άρχισε να ανθίζει τη δεκαετία του ’60 και οδήγησε στην ψήφιση ειδικού νομοσχεδίου με το οποίο οι αρχές μπορούσαν να απαγορεύσουν την είσοδο ταραχοποιών στοιχείων στα γήπεδα το 1968, κατάφερε να βρει διέξοδο στην ηπειρωτική Ευρώπη τη δεκαετία του ’80: Ήταν η εποχή που η οικονομική ύφεση εξασθενούσε, επιτρέποντας σε ολοένα και περισσότερους οπαδούς του νησιού να συνοδεύουν τις ομάδες στις εκτός έδρας υποχρεώσεις τους. Ο Θατσερισμός, η ανέχεια και η άρνηση συμφιλίωσης με την αστική πραγματικότητα που συνεπάγονταν βίαιες συμπεριφορές, ήταν απλώς προϊόντα βολικών αναλύσεων που κατέρρεαν μπροστά σε μια ενοχλητική πραγματικότητα: Στα αίτια που ορίζονταν από την τριάδα ηλιθιότητα-μέθη-ψυχολογία του όχλου, ήρθε να προστεθεί και αυτό της εθνικής υπερηφάνειας. «Εμείς τους μάθαμε το παιχνίδι, δεν δικαιούνται να κερδίζουν», ήταν μία από τις λογικές που συνόδευε τις ευρωπαϊκές αποτυχίες. Επιπρόσθετα, οι ταξιδιώτες από την κατά παράδοση πολιτισμικά απομονωμένη Αγγλία, δεν μπορούσαν ν’ αντιληφθούν τη διαφορά νοοτροπίας των πόλεων που τους φιλοξενούσαν. Θεωρούσαν ότι το να πιει κανείς όσο μπορεί στην πλησιέστερη μπυραρία και να μπαίνει στο γήπεδο με δυο-τρία κουτάκια για εφεδρία, ήταν ο ορθά θεσπισμένος από τη χώρα προέλευσής του ορισμός του ποδοσφαιρόφιλου, τον οποίο κανένας μιμητής δεν επιτρεπόταν ν’ αλλοιώσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου